Η Έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την Ελλάδα II

Λόγω και της απόφασης του Eurogroup για συνέχιση της συμμετοχής του Δ.Ν.Τ στο Eλληνικό πρόγραμμα οι προκλήσεις που αναφέρονται στην έκθεση θα οριοθετήσουν και τις αιτιάσεις του ταμείου για την επόμενη θεσμοθέτηση των μέτρων που θα πάρει η Ελληνική Κυβέρνηση.
Μια μη βιώσιμη και χωρίς στόχους δημοσιονομική πολιτική που υποστηρίζει ένα υπερβολικά ακριβό συνταξιοδοτικό σύστημα το οποίο χρηματοδοτείτε από υψηλούς φόρους σε μικρή φορολογική βάση. Το Ταμείο παραδέχεται ότι κατά την 6ετία 2010-2015 η Ελλάδα προχώρησε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αντιστοιχούν περίπου στο 16% του ΑΕΠ της. Από αυτές περίπου το ¼ κατευθύνθηκαν στον περιορισμό του μισθολογίου του Δημοσίου τομέα και την μείωση των συντάξεων. Το υπόλοιπο ¾ των μεταρρυθμίσεων κατευθύνθηκαν σε περιορισμό επιλεκτικών δαπανών του Δημοσίου όπως το πρόγραμμα επενδύσεων αλλά και στην αύξηση των φορολογικών ποσοστών σε μια περιορισμένη φορολογική βάση. Παρά το γεγονός ότι το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου περιορίστηκε ελαφρά, το πρόβλημα μεταφέρθηκε στα συνταξιοδοτικά ταμεία στα οποία εισέρευσαν μεγάλος αριθμός προώρων συνταξιούχων. Σύμφωνα με το Ταμείο η συμφωνία για δημοσιονομικό όφελος ύψους 4% του ΑΕΠ για το 2018 θα προέρθει κατά 3% από την μεριά των εσόδων και μόνο το 1% από την μεριά των εξόδων. Τα στοιχεία που παρουσιάζει το Ταμείο αναφέρουν ότι η ποσοστιαία μεταβολή των συνταξιοδοτικών εξόδων κατά την 6ετία 2010-2015 είναι θετική κατά 2,7% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα των συνταξιοδοτικών ταμείων κυμαίνεται στο 2,5% του ΑΕΠ, 4 φορές μεγαλύτερο από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, και το οποίο χρηματοδοτείται από μία φορολογική βάση όπου το 50% των μισθωτών δεν καταβάλει φόρο εισοδήματος έναντι του 8% που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή αγορά.
Ένας ανεπαρκής φορολογικός μηχανισμός με παράλληλη κουλτούρα φοροδιαφυγής και αυξανόμενο φορολογικό έλλειμμα. Τα στοιχεία που παρουσιάζει το Ταμείο αναφέρουν ότι παρά το γεγονός των επαναλαμβανόμενων διαρθρωτικών μεταβολών στον φορολογικό μηχανισμό, το χρέος των ιδιωτών προς το Δημόσιο έχει ανέρθει στο 70% του ΑΕΠ το υψηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση με δεύτερη την Μάλτα με ποσοστό στο 10%. Επιπλέον η εισπραξιμότητα του φορολογικού μηχανισμού κρίνεται ανεπαρκής με τα ποσοστά του να έχουν κατέρθει στο 42% το 2015 από το 73% που βρίσκονταν το 2010. Τα στελέχη του Ταμείου αναφέρουν ότι το πρόβλημα ενισχύεται από έναν αναποτελεσματικό φορολογικό μηχανισμό που συχνά είναι υποχείριο πολιτικών παρεμβάσεων, που παραμένει αδύναμος να επιβάλει την είσπραξη των φόρων και επαφίεται στην προσφορά φορολογικής αμνηστίας με αντίτιμο μέρους της οφειλής ή εφαρμογή πολλών και αναποτελεσματικών δόσεων.
Αδύναμες τράπεζες με ασταθείς διοικήσεις. Κατά την τελευταία 6ετία οι τράπεζες έχουν δεχθεί μαζική στήριξη ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καθώς και μέσω των τριών ανακεφαλαιοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν. Παρά το γεγονός αυτό, παραμένουν ασταθείς με κακή ποιότητα του ενεργητικού τους και με τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια να ανέρχονται λίγο κάτω από το 50% των συνολικών δανείων τους. Επιπλέον οι καταθέσεις από τα υψηλότερα επίπεδα του 2010 των 240 δις ευρώ έχουν υποχωρήσει στο μισό δηλαδή στα 120 δις περίπου το 2016. Το Ταμείο παρατηρεί επίσης ότι οι αλλαγές που χρειάζονται οι διοικήσεις των Τραπεζών για να ξεφύγουν από τις πολιτικές παρεμβάσεις αργούν σημαντικά με αποτέλεσμα να καθυστερεί η μετάβαση τους σε διεθνώς αποδεκτή διακυβέρνηση.
Συνεχιζόμενες δυσκαμψίες στην εφαρμογή διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποτρέπουν την ανάπτυξη. Η Ελλάδα εφάρμοσε κατά την διετία 2010-2011 σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας στοχεύοντας στην συγκράτηση του ποσοστού ανεργίας μέσω της ελαστικοποίησης της εργατικής νομοθεσίας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές την βοήθησαν να συμπιέσει το εργατικό κόστος και να περιορίσει την διαφορά μισθολογικής δαπάνης που εμφάνιζε έναντι των ανταγωνιστών της. Όμως όπως επισημαίνει το Ταμείο, συγκεκριμένα συμφέροντα δεν της επιτρέπουν να προχωρήσει σε παράλληλες μεταρρυθμίσεις στην αγορά με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων. Το αποτέλεσμα είναι ότι παρά την μείωση του μισθολογικού κόστους οι τιμές των προϊόντων παραμένουν υψηλές ακόμα και μετά την αποφορολόγηση τους.
Οι εξειδικευμένοι Σύμβουλοι επιχειρήσεων της Financial Factor Consulting με την πολυετή εμπειρία τους βρίσκονται πάντα δίπλα στην Ελληνική επιχείρηση υποστηρίζοντας την σε όλα της τα σχέδια, ανεξαρτήτως μεγέθους, είτε αφορούν την καθημερινότητα της είτε την Στρατηγική της στόχευση.
Επιμέλεια Δονάτος Ι. Πετράτος
Financial Factor Consulting
Τμήμα Αναλύσεων

Μοιραστείτε το:

Πρόσφατα

Παλαιότερα Άρθρα

Ιστορικό