την ανακοίνωση του τέλους του προγράμματος και έτσι δεν υπήρξαν σημαντικές διακυμάνσεις.
Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2015 ως αγορά κρατικών ομολόγων με σκοπό να τροφοδοτηθεί με την απαραίτητη φθηνή ρευστότητα η Ευρωπαϊκή οικονομική αγορά. Συνεχίστηκε με αγορά από την ΕΚΤ εταιρικού χρέους, καλυμμένων ομολογιών και εξασφαλισμένων με ενεργητικό χρεογράφων. Είχε ως στόχο να βγάλει την Ευρωζώνη από τη δίνη μίας πολυετούς κρίσης, να αποκρούσει επιθέσεις στα επιτόκια και στις ισοτιμίες και να δώσει νέα πνοή στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Με το τέλος του προγράμματος δημοσιεύονται και οι πρώτες αξιολογήσεις για το εάν πέτυχε τον στόχο του ή όχι.
Η ΕΚΤ μπήκε στο παιχνίδι της ποσοτικής χαλάρωσης πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια, με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με τη Federal Reserve των ΗΠΑ και την Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας. Γιατί όταν οι άλλες κεντρικές τράπεζες είχαν ως μόνο καθήκον να βγάλουν τις οικονομίες τους από την ύφεση, εκείνη βρισκόταν αντιμέτωπη με μία οξύτατη κρίση χρέους, τις πολύ διαφορετικές ανάγκες και τα αντικρουόμενα συμφέροντα και απαιτήσεις 19 κρατών – μελών. Το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών ήταν κάθετα αντίθετο σε αυτή την επιλογή φοβούμενο τον λεγόμενο ηθικό κίνδυνο. Αν η ΕΚΤ προσέφερε τη σανίδα σωτηρίας του QE σε δοκιμαζόμενα κράτη – μέλη όπως η Ελλάδα, εκείνα δεν θα είχαν κίνητρο να προβούν στις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό, θα είχε ως αποτέλεσμα σύμφωνα με το γερμανικό Υπουργείο, ότι όταν θα επέστρεφε η κρίση οι Γερμανοί φορολογούμενοι θα αναγκαζόντουσαν να βοηθήσουν ξανά τα αδύναμα κράτη. Επιπλέον το Βερολίνο φοβόταν ότι η πτώση των επιτοκίων λόγω του προγράμματος θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στα καταθετικά επιτόκια στις γερμανικές τράπεζες, στις ασφαλιστικές εταιρείες και τους αποταμιευτές της χώρας. Η Γερμανία ως αμιγώς αποταμιευτική χώρα ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα καταθετικά επιτόκια και τις επιπτώσεις τους στους Γερμανούς ψηφοφόρους. Ωστόσο οι αντιδράσεις της προέρχονταν από τις ιστορικές καταβολές της δεκαετίας του ’30. Το φάντασμα του πληθωρισμού. Παρά το γεγονός ότι όταν ο Κεντρικός Τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε την έναρξη του προγράμματος ο πληθωρισμός ήταν σχεδόν μηδενικός, το Γερμανικό ΥΠΟΙΚ δεν έκρυψε τους πραγματικούς φόβους του για την αύξηση του πληθωρισμού.
Πρόγραμμα Ποσοτικής χαλάρωσης Αγοράς κρατικών και ιδιωτικών ομολόγων
(PSPP-Πρόγραμμα Δημοσίου τομέα, CSPP-Πρόγραμμα Εταιρικών Ομολόγων, ABSPP-Πρόγραμμα Καλυμμένων Ομολόγων, CBPP3-Πρόγραμμα εξασφαλισμένων με ενεργητικό χρεογράφων)
Παρόλα αυτά το QE άρχισε τον Μάρτιο του 2015 με την ΕΚΤ να δαπανά 60 δις ευρώ μηνιαίως. Κορυφώθηκε το 2016 με τις μηνιαίες αγορές να ανεβαίνουν στα 80 δις ευρώ και στο τελευταίο τρίμηνο του 2018 έχει ήδη περιοριστεί στα 15 δις ευρώ για να οδηγηθεί στην ολοκλήρωση του στα τέλη του Δεκεμβρίου. Συνολικά περί τα 2,6 τρις ευρώ έχουν συνολικά διατεθεί στο «μεγάλο πείραμα» της νομισματικής πολιτικής, που αντιστοιχεί σε 1,3 εκατ. ευρώ ανά λεπτό και αναλογεί σε 7.600 ευρώ ανά πολίτη της νομισματικής ένωσης. Μέσα σε αυτό το διάστημα ο ισολογισμός της ΕΚΤ υπερδιπλασιάστηκε στα 4,65 τρις ευρώ.
Κατά την διάρκεια του προγράμματος το ευρώ θωρακίστηκε, το σφυροκόπημα σε τράπεζες και αδύναμους κρίκους περιορίστηκε και η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει. Αν και επί χρόνια μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 η Ευρωπαϊκ;ή οικονομία είχε μείνει πολύ πίσω από την αμερικανική σε ρυθμούς ανάπτυξης και έβλεπε την ανεργία να ανεβαίνει, το 2016 και το 2017 εξέπληξε τις αγορές με δυναμικούς ρυθμούς, που ξεπέρασαν ακόμη και εκείνους της αμερικανικής οικονομίας. Η ανεργία μειώθηκε σε χαμηλά δέκα ετών, αν και παραμένει διπλάσια σε σχέση με τις ΗΠΑ, και οι μισθοί άρχισαν δειλά να ανεβαίνουν. Το τρίτο τρίμηνο του 2018 οι μισθοί αυξήθηκαν 2,5%, στην καλύτερη επίδοση από το 2008 . Επιπλέον δεν δικαιώθηκαν οι φόβοι των Γερμανών για εκρηκτικές ανατιμήσεις και ο πληθωρισμός, (αν εξαιρέσει κανείς τις επιπτώσεις από την προσωρινή εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου) παραμένει χαμηλότερος του στόχου.
Τα οφέλη του QE έγιναν άμεσα και έντονα αντιληπτά στις αγορές, με το κόστος δανεισμού της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας να οδηγείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και της Γερμανίας να υποχωρεί υπό το μηδέν. Η χώρα μας όλο αυτό το διάστημα δεν επωφελήθηκε άμεσα από το πρόγραμμα λόγω της κατάταξης των Ελληνικών ομολόγων κάτω της επενδυτικής βαθμίδας. Όμως με διαθέσιμη φθηνή ρευστότητα στην αγορά οι Ελληνικοί τίτλοι με τις πολύ υψηλές αποδόσεις παρέμεναν ελκυστικοί με αποτέλεσμα να μειώνεται σταδιακά η απόδοση τους.
Ο Ευρωπαίος Κεντρικός Τραπεζίτης ανακοίνωσε ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις ανανεώσεις του προγράμματος και για τις λήξεις εντός του 1ου εξαμήνου του 2019 καθώς επίσης και ότι θα διατηρηθούν τα βασικά επιτόκια στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον για όλο το 2019.
Στα τέλη του Οκτωβρίου λήγει η θητεία του Ιταλού τραπεζίτη και Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι. Για πολλά μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει αλλά στο τέλος αποδείχτηκε ο κατάλληλος άνθρωπος την κατάλληλη εποχή.
Οι εξειδικευμένοι Σύμβουλοι επιχειρήσεων της Financial Factor Consulting με την πολυετή εμπειρία τους βρίσκονται πάντα δίπλα στην Ελληνική επιχείρηση υποστηρίζοντας την σε όλα της τα σχέδια, ανεξαρτήτως μεγέθους, είτε αφορούν την καθημερινότητα της είτε την Στρατηγική της στόχευση.
Επιμέλεια Δονάτος Ι. Πετράτος
Financial Factor Consulting
Τμήμα Αναλύσεων